ΚΑΡΥΔΙ (Ι.Μ. ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ)
Παρότι το
Καρύδι δεν είναι χωριό σήμερα, υπήρξε κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, και για αυτό τον λόγο -όσο και το ότι αποτελεί το μοναδικό μοναστήρι στον Αποκόρωνα- αξίζει ιδιαίτερη μνεία. Για την ακρίβεια, στην περιοχή αυτή υπήρχαν κατά τη Βενετοκρατία δύο χωριά, το Καρύδι Αγίου Γεωργίου (εκεί όπου βρίσκεται σήμερα το ομώνυμο μοναστήρι) και το Καρύδι Καρτσομάδο ή Καρτσοματάδο (το οποίο βρισκόταν στην περιοχή γύρω από την εκκλησία της Παναγίας στο Κατωμέρι). Ο Barozzi αναφέρει το 1577 τα δύο χωριά ως Caridhi San Zorgi και Caridhi Charcomathadho, ο Καστροφύλακας το 1583 ως Caridi San Zorzi και Caridi Carcomatá και ο Basilicata το 1630 ως Caridhi San Zorzi και Caridhi Charcomatado. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι στο πρώτο από αυτά υπήρχε έπαυλη του Βενετού άρχοντα Βιζαμάνο, η οποία σώζεται έως σήμερα.
Μετά
την κατάκτηση της περιοχής από τους Οθωμανούς το 1646, αρκετοί κάτοικοι του χωριού εξισλαμίστηκαν, πράγμα που ώθησε τον ιερέα του να παραχωρήσει το 1720 την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Μονή Αγίας Τριάδας των Τζαγκαρόλων ως μετόχι, προκειμένου να αποτρέψει τη μετατροπή της σε τζαμί. Έκτοτε εγκαταστάθηκαν στο Καρύδι αρκετοί μοναχοί από την Αγία Τριάδα, οι οποίοι συνέβαλαν σημαντικά στην προστασία και συντήρηση του χώρου, ενώ το 1850 άρχισαν να χτίζουν τον σημερινό ναό του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος περατώθηκε το 1870. Παράλληλα, το μοναστήρι άρχισε να αγοράζει αρκετά από τα γύρω κτήματα και να ασχολείται ενεργά με την καλλιέργεια ελαιόκαρπου, με αποτέλεσμα σύντομα να χρειαστεί νέο, μεγαλύτερο ελαιοτριβείο, το οποίο περατώθηκε το 1863 και σώζεται έως σήμερα. Την οροφή του υποστήριζαν δώδεκα καμάρες και στο εσωτερικό του υπήρχαν τέσσερις ελαιόμυλοι, από τους οποίους σώζονται μόνο οι χτιστές βάσεις, καθώς οι μυλόπετρες έχουν αφαιρεθεί.
Το 1900 το μετόχι εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς και από το 1905 μέρος της περιουσίας του άρχισε να δίνεται σε «μετοχάρηδες», δηλαδή σε αγρότες της περιοχής που εκμεταλλεύονταν τα κτήματά του μέχρι το 1923, όταν το μετόχι διαλύθηκε και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του διανεμήθηκε από το Εφεδρικό Ταμείο σε όσους είχαν πολεμήσει στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) και στη Μικρά Ασία (1919-1922). Ο οικισμός αναφέρεται ως μέρος του Δήμου Βάμου το 1900 και το 1920 και ως μέρος της κοινότητας Βάμου το 1928, οπότε και είχε 31 κατοίκους. Έκτοτε το μετόχι εγκαταλείφθηκε για δεκαετίες, έως ότου ανασυστάθηκε το 1996 με πρωτοβουλία της Ιεράς Μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου η Μονή Αγίου Γεωργίου, όπου εκάρη πρώτος μοναχός ο πατέρας Δωρόθεος. Το 2016 τον διαδέχθηκε ο πατέρας Ιερεμίας, ο οποίος ενθρονίστηκε πρόσφατα (1 Οκτωβρίου 2020) ηγούμενος του μοναστηριού, για πρώτη φορά μετά το 1854. Τα τελευταία χρόνια γίνονται στη μονή αρκετές εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης υπό την εποπτεία της Εφορείας Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Χανίων, ενώ έχει δρομολογηθεί η υπογραφή τετραμερούς σύμβασης για την ανάδειξη της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς του μοναστηριού μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού, της Περιφέρειας Κρήτης, του Δήμου Αποκορώνου και του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Επιμέλεια & σύνταξη κειμένων: Γιώργος Λιμαντζάκης