ΚΑΛΑΜΙΤΣΙ ΑΜΥΓΔΑΛΙ
Το
Καλαμίτσι Αμυγδάλι βρίσκεται σε υψόμετρο 141 μέτρων νότια των υψωμάτων του Βάμου, ανάμεσα στο Καλαμίτσι Αλεξάνδρου και την Εξώπολη. Σύμφωνα με την παράδοση, το χωριό πήρε το όνομά του από τα αμύγδαλα που παρήγαγε στο παρελθόν σε μεγάλες ποσότητες, και για αυτό τον λόγο ονομάστηκε Αμυγδάλου, που με τον καιρό έγινε Αμυγδάλι. Δε διαθέτουμε στοιχεία για το πότε ακριβώς ιδρύθηκε το χωριό, αλλά αναφέρεται από τον Barozzi το 1577 ως Calamici Amighdalea, ονομασία που συναντάται ελαφρώς παραλλαγμένη ως Calamici Amigdalu στον Καστροφύλακα το 1583 και ως Calamici (σκέτο, σε αντιπαραβολή με το γειτονικό Calamici Alissandro) από τον Basilicata το 1630. Στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 καταγράφεται ως Kalamitzi, αν και δεν είναι σαφές αν η εγγραφή αυτή αφορά το Αλεξάνδρου, το Αμυγδάλι ή και τα δύο μαζί. Τα δύο χωριά αναφέρονται και πάλι στα Κρητικά του Χουρμούζη Βυζάντιου το 1842 ως Καλαμίτσι Πέρα (Αλεξάνδρου) και Καλαμίτσι Πόδε (Αμυγδάλι).
Στη
νεότερη ιστορία, το Καλαμίτσι Αμυγδάλι υπήρξε το χωριό όπου κορυφώθηκε η αντιπαράθεση των χριστιανών της Κρήτης με τις Δυνάμεις κατά το κίνημα του Θερίσου, καθώς στις αρχές Οκτωβρίου του 1905 ρωσικός στρατός υπό τον Κωνσταντίνο Ουρμπάνοβιτς κατέλαβε τη Γεωργιούπολη, έφτασε μέχρι το Καλαμίτσι Αμυγδάλι και ζήτησε την παράδοση του Βάμου μέσα σε 36 ώρες. Οι κινηματίες απέρριψαν την αξίωσή του και ενίσχυσαν τις θέσεις τους, αναγκάζοντάς τον να διαπραγματευτεί μαζί τους στο Καλαμίτσι. Ωστόσο, ο Βρετανός πρόξενος Έζμι Χάουαρντ συμφώνησε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο τον τερματισμό του ένοπλου αγώνα, με αντάλλαγμα τη συγκρότηση μιας διεθνούς εξεταστικής επιτροπής που θα επισκεπτόταν την Κρήτη και θα πρότεινε μεταρρυθμίσεις.
Σήμερα, το Καλαμίτσι Αμυγδάλι είναι γνωστό για τα στενά σοκάκια του, την παλιά βρύση στην πλατεία του χωριού και την εκκλησία του Αγίου Παύλου, η οποία χτίστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα. Στο χωριό υπάρχει επίσης ένας Συνεταιρισμός Μεταξιού, γνωστός για τα πανέμορφα παραδοσιακά υφαντά από μετάξι που φτιάχνουν οι γυναίκες του χωριού. Στα νοτιοανατολικά του χωριού υπάρχει ο Βακλές, ένας υπέροχος φυσικός χώρος με πλατάνια και τρεχούμενα νερά. Από εδώ ένα μονοπάτι οδηγεί στο ξωκλήσι της Αγίας Ελεούσας, το οποίο αποτέλεσε καταφύγιο ενόπλων κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Όταν οι Οθωμανοί έμαθαν για τον χώρο αυτό, έστειλαν δύναμη να το καταστρέψει, με αποτέλεσμα να σώζεται σήμερα μόνο το ιερό του ναού. Κάτω από το βράχο που σκεπάζει το εκκλησάκι, έχει δημιουργηθεί σταλακτίτης από τα νερά των πηγών της περιοχής.
Διοικητικά, το χωριό αναφέρεται ως μέρος του Δήμου Βάμου το 1881 και το 1900, έδρα ομώνυμου αγροτικού δήμου το 1920 και μέρος της κοινότητας Γεωργιούπολης το 1928. Το 1951 έγινε έδρα ομώνυμης κοινότητας και το 1999 μέρος του ανασυσταθέντος Δήμου Γεωργιούπολης, ο οποίος έγινε Δημοτική Ενότητα του Δήμου Αποκορώνου το 2010.
Επιμέλεια & σύνταξη κειμένων: Γιώργος Λιμαντζάκης